Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

Ο Σπόρος και το Σποράκι





Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας σπόρος σιταριού, λαμπερός, με υπέροχο, ανοιχτό, κίτρινο χρώμα και άψογο, οβάλ σχήμα. Ο σπόρος αυτός όταν θα φύτρωνε θα έδινε ένα δυνατό, ψηλό και περήφανο φυτό σιταριού. Η μαμά του και ο μπαμπάς του ήταν δύο πολύ καλές και διάσημες ποικιλίες σιταριού. Έτσι λοιπόν ο σπόρος αυτός, όπως και πολλοί άλλοι όμοιοι του, ήταν πολύ περήφανος για την καταγωγή του.
Όπως το έσπειρε ο γεωργός με την ειδική σπαρτική μηχανή του, ο λαμπερός, με υπέροχο, ανοιχτό, κίτρινο χρώμα και άψογο, οβάλ σχήμα σπόρος έπεσε δίπλα σε ένα σποράκι, μικρούλι και άσημο. Το χρώμα του ήταν ξεφτισμένο γκρι και το σχήμα του ήταν τόσο, μα τόσο παράξενο. Δεν μπορούσες να το πεις ούτε στρογγυλό, ούτε οβάλ, ούτε κυλινδρικό αλλά ούτε έμοιαζε με πυραμίδα. Ο σπόρος σαν το είδε στην αρχή αδιαφόρησε και δεν του έδωσε καθόλου προσοχή. Εξάλλου δεν έπρεπε να χάνει το χρόνο του για να μιλάει σε άγνωστα και άσημα σποράκια. Σκοπός της ζωής του ήταν να κρατήσει δυνάμεις και να φυτρώσει μαζί με τους άλλους συνομήλικους σπόρους. Ένα πρωί όμως ο σπόρος δεν άντεξε και του είπε:
-Εσύ σποράκι μικρό από πού ήρθες; Ποια είναι η μαμά σου και ο μπαμπάς σου;
Το μικρό σποράκι δεν ήξερε τι να απαντήσει. Δεν γνώριζε ούτε τη μαμά του ούτε τον μπαμπά του. Του απάντησε στεναχωρημένο:
-Δεν θυμάμαι ποιος είναι ο μπαμπάς μου και η μαμά μου, το μόνο που θυμάμαι είναι ότι η μαμά μου, όπως φυσούσε ο άνεμος και με έπαιρνε μακριά της, με φώναζε: «Σποράκι μου μικρό, να ταξιδέψεις σε μέρη μακρινά και να φυτρώσεις εκεί που θα επιλέξεις εσύ, μόνο να φροντίσεις στο μακρινό σου ταξίδι να κάνεις φίλους, φίλους αληθινούς που θα σε αγαπάνε».
-Φίλος; Τι θα πει φίλος; Εμένα κανένας δε μου μίλησε για φίλους. Δεν ξέρω τι σημαίνει φίλος, απάντησε ο λαμπερός, με υπέροχο ανοιχτό κίτρινο χρώμα και άψογο οβάλ σχήμα σπόρος.
Το μικρό και άσημο σποράκι έμεινε άναυδο. Πρώτη φορά στη ζωή του είχε συναντήσει κάποιον που δεν είχε κάνει φίλους, που δεν ήξερε τι σημαίνει να έχεις φίλους.
-Δεν ξέρεις τι σημαίνει φίλος; Εγώ το μόνο που έχω σε αυτή τη ζωή είναι πολλοί και καλοί φίλοι. Από τότε που έφυγα από τη μαμά μου και με παρέσυρε ο άνεμος έπεσα στο έδαφος. Από εκεί με πήρε ένα πουλί στο στόμα του και ταξιδεύαμε μαζί. Πετούσαμε ψηλά στον ουρανό και βλέπαμε βουνά, κοιλάδες, πεδιάδες, ποτάμια. Γίναμε φίλοι, φίλοι παντοτινοί. Όταν με άφησε στο χώμα γνώρισα ένα σκιουράκι. Κόλλησα στο τρίχωμά του και μαζί πηδούσαμε από δένδρο σε δένδρο και από κλαδί σε κλαδί. Γίναμε φίλοι, φίλοι παντοτινοί. Έπειτα, όταν αποκολλήθηκα από το τρίχωμά του, το αποχαιρέτησα και γνώρισα ένα σκαθάρι που με μετέφερε στη φωλιά του. Εκεί παίξαμε μαζί ώρες ατελείωτες. Γίναμε φίλοι, φίλοι παντοτινοί. Έφυγα όμως και από εκεί, όπως φύσηξε μια μέρα ένας αέρας δυνατός και παρέα με ένα ξερό φυλλαράκι πετούσαμε μια ψηλά και μια χαμηλά. Γίναμε αμέσως φίλοι, φίλοι παντοτινοί και στο τέλος έπεσα σε αυτό το σημείο δίπλα σε εσένα. Το φυλλαράκι συνέχισε το ταξίδι του, εγώ όμως έπρεπε να ξεκουραστώ για να φυτρώσω.
-Φίλος δηλαδή είναι αυτός που ταξιδεύεις μαζί του, που παίζεις, που έχεις κοινές εμπειρίες… είπε δειλά ο σπόρος.
-Ακριβώς,  απάντησε το σποράκι. Όλα αυτά σημαίνει για τον καθένα ο φίλος.
-Εγώ όμως δεν έχω περιθώρια να γίνω φίλος με κανέναν. Οι εντολές που μας δώσανε είναι να κρατήσουμε όλη την ενέργειά μας για να φυτρώσουμε όλοι οι σπόροι μαζί.
-Το να κάνεις κάποιον φίλο σου δεν σημαίνει ότι θα κουραστείς. Το μόνο που χρειάζεται είναι να δώσεις αγάπη.  
-Αγάπη; Άλλο πάλι και τούτο. Τι σημαίνει αγάπη; ρώτησε ο σπόρος.
-Αγάπη είναι αυτό που αισθάνεσαι για κάποιον, να τον νοιάζεσαι, να τον φροντίζεις.
-Μπορούμε λοιπόν να γίνουμε φίλοι; Θα ήθελα πριν φυτρώσω να έχω κάνει έστω και έναν φίλο, απάντησε ο σπόρος και αμέσως ένιωσε ευτυχισμένος που είχε νιώσει ένα σκίρτημα αγάπης για το μικρό σποράκι.
Οι σπόροι για λίγο κουνήθηκαν. Ήρθαν πιο κοντά. Μίλησαν για τη ζωή τους πριν βρεθούν στον αγρό το ένα δίπλα στο άλλο. Ο σπόρος είπε στο σποράκι πως οι επιστήμονες κάνανε σημαντικές προσπάθειες μέχρι να δημιουργήσουν την ποικιλία αυτή στην οποία ανήκει. Πως μαζί με αυτό βγήκαν πολλοί άλλοι σπόροι, πως οι άνθρωποι τους βάλανε σε σακούλες ειδικές, τις πουλήσανε στους αγρότες και αυτοί με τη σειρά τους μια μέρα τους ρίξανε όλους μαζί σε μια μεγάλη μηχανή, σπαρτική μηχανή την αποκαλούν οι άνθρωποι και τους πετάξανε στον αγρό.
Στο σποράκι φάνηκαν πολύ παράξενα και πρωτόγνωρα όλα αυτά που άκουγε, καθώς η ζωή του ήταν πιο απλή. Αφηγήθηκε στον σπόρο πως γεννήθηκε μετά τη γονιμοποίηση του άνθους της μαμάς του από τη γύρη του μπαμπά του, με τη βοήθεια μια φίλης τους της μέλισσας. Δεν μεσολάβησαν επιστήμονες, εργοστάσια, μηχανές. Όλη τη ζωή του την πέρασε μέσα στη φύση, παρέα με τα ζώα και τα φυτά.
Τα σποράκια είχαν γίνει πλέον φίλοι. Είχαν μοιραστεί τις αναμνήσεις τους και είχαν προσφέρει το ένα στο άλλο λίγη ζεστασιά. Αυτή η ζεστασιά έκανε τις κοτυληδόνες τους να ξεπροβάλλουν. Τα μικρά φυτάρια δεν άργησαν να ξεπροβάλλουν στο έδαφος. Ο λαμπερός, με άψογο οβάλ σχήμα και υπέροχο ανοιχτό κίτρινο χρώμα σπόρος έδωσε ένα φυτό σιταριού όμοιο με πολλά άλλα στον αγρό. Το μικρό και άσημο σποράκι έδωσε ένα φυτό, από αυτά που οι αγρότες αποκαλούν ζιζάνια. Το φυτό αυτό δεν είχε κάτι το ιδιαίτερο. Δεν ήταν ούτε μεγάλο ούτε μικρό, ούτε όμορφο ούτε άσχημο, δεν είχε ούτε μεγάλα φύλλα ούτε μακρύ βλαστό. Ήταν όμως ο φίλος του σιταριού. Τα άλλα σιταράκια το κορόιδευαν που δεν είχε τίποτα το ιδιαίτερο. Το σιτάρι όμως ήταν ο φίλος του και έτσι το ζιζάνιο δε στενοχωριόταν, είχε έναν φίλο να του συμπαραστέκεται και να το αγαπάει. Ο καιρός πέρασε και ήρθε η εποχή της ανθοφορίας. Τα μπουμπούκια φούσκωσαν και με τη ζεστασιά μιας ηλιαχτίδας άνοιξαν. Το άνθος του ζιζανίου ήταν μεγάλο και εντυπωσιακό, με ένα υπέροχο κόκκινο χρώμα και πέταλα αέρινα, διάφανα που το έκανε να ξεχωρίζει στον σιταγρό. Το σιτάρι έδωσε το στάχυ του, ίδιο με το στάχυ των άλλων σιταριών.
Ο αγρότης που επισκέπτονταν καθημερινά τον αγρό του, διέκρινε το κόκκινο λουλούδι του ζιζανίου.
-Τι όμορφη παπαρούνα!θαύμασε.
Η κόκκινη παπαρούνα παρέμεινε στον αγρό, με το σιτάρι να στέκει περήφανο δίπλα του. Ο άνεμος κουνούσε τα φύλλα τους και τα δύο φυτά χορεύανε στο ρυθμό του. Ο καιρός πέρασε γρήγορα και τα λουλούδια έδωσαν σπόρους. Ο αέρας τους πήρε  μακριά και τους ταξίδεψε σε άλλα μέρη, μέχρι να βρουν και αυτά το κατάλληλο τόπο για να φυτρώσουν. Η παπαρούνα και το σιτάρι συμβούλεψαν με μια φωνή τα σποράκια τους:
-Σποράκια να ταξιδέψετε σε μέρη μακρινά και να φυτρώσετε εκεί που θα επιλέξετε εσείς, μόνο να φροντίσετε στο μακρινό σας ταξίδι να κάνετε φίλους, φίλους αληθινούς που θα σας αγαπάνε.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου