Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

Σαν τον σκύλο με τη γάτα

            Έμεναν και οι τέσσερις σε ένα μεγάλο διαμέρισμα, μιας αξιοσέβαστης περιοχής, με μικρούς κήπους μπροστά στις εισόδους, με γκαράζ για τα πολυτελή αυτοκίνητα, με φιλιππινέζες για τα οικοκυρικά, με personal trainers και δε συμμαζεύεται. Ο καθένας στο διαμέρισμα είχε εξασφαλισμένο το χώρο του, για να μη γίνονται τσακωμοί αλλά κυρίως γιατί δε γούσταρε καθόλου η κυρία να κοιμάται στη συζυγική κρεβατοκάμαρα, με το νωχελικό σύζυγο στις συζυγικές του υποχρεώσεις…ο κύριος τις ματαιόδοξες μυρωδιές της κυρίας, μετά το βραδινό ντους και τα παρφουμαρίσματα…ο σκύλος το άκουσμα του διαρκούς γλειψίματος της γάτας επί του κορμιού της….και η γάτα τα γουργουρίσματα του σκύλου, όταν έβλεπε μια σκιά ή τις δικές του οπτασίες να περνούν από μπροστά του.
             Η συγκατοίκηση ήταν μερικές φορές επεισοδιακή όταν παραβιάζονταν ο εναέριος, προσωπικός χώρος του καθενός. Η κυρία σιχαίνονταν τη γάτα του συζύγου της, την εκνεύριζε η νωχελικότητά της, τα χαζονιαουρίσματα όταν ήθελε να χαϊδευτεί στο αφεντικό της, τις τρίχες που έπεφταν παντού. Αντίστοιχα είχε βαρεθεί και το αφεντικό της, δηλαδή τον σύζυγό της, γιατί η γάτα ήταν του συζύγου. Είχε βαρεθεί να τον βλέπει όλη μέρα με τις πιζάμες, άεργο εισοδηματία, να κάθεται βαριεστημένα στον καναπέ, με τη γάτα παραδίπλα του να τη χαϊδεύει όπως χάιδευε αυτήν κάποτε. Κάποτε, όχι τώρα. Εκνευρίζονταν όταν ο σύζυγός της απευθύνονταν στη γάτα του και τη φώναζε «αγάπη μου, τι θέλεις καλή μου….έλα στην αγκαλιά μου…», έτσι όπως απευθύνονταν σε αυτήν κάποτε. Κάποτε, όχι τώρα. Πλέον τους περιφρονούσε και τους δύο, γάτα και σύζυγο. Τους έβρισκε τόσο βαρετούς και μονόχνοτους, τόσο εκνευριστικά ταιριαστούς.
          Από την άλλη η κυρία είχε τον σκύλο της. Έναν υπέροχο σκύλο. Μεγαλόσωμο, κοντότριχο, δυναμικό και ματαιόδοξο για το καθαρόαιμο της ράτσας του. Τον έπαιρνε έξω βόλτα και όλοι θαύμαζαν τον σκύλο της, αλλά και αυτήν. Κάνανε μαζί τζόκινγκ, περπατούσανε γύρω από την αξιοσέβαστη περιοχή που μένανε και πού και πού έπιανε συζήτηση με κάποιον γείτονα που έβγαζε και αυτός τον σκύλο του βόλτα. Και ενώ στην αρχή ήταν πιο σνομπ στο να μιλάει με σχεδόν άγνωστους, σιγά σιγά εξοικειώθηκε και γνώρισε αρκετούς γνωστούς μετά των σκύλων τους. Ένας της άρεσε πολύ και βόλτα στη βόλτα το προχωρήσανε το πράμα, βάζανε τα σκυλιά τους να γαυγίζουν και να τρέχουν και αυτοί αρχίσανε τις περιπτύξεις. Αυτό συνεχίστηκε για πολύ.
          Ο κύριος εκνευρίζονταν πολύ με τον σκύλο της συζύγου του. Γιατί το έπαιζε σωματώδης και δυναμικός αλλά κυρίως γιατί τα έβαζε με τη γάτα του. Σπάζονταν όταν τον ξυπνούσε με τα γαυγίσματά του και όταν εκβίαζε τη γάτα του. Κρυφά κρυφά από τη σύζυγό του, τον τάιζε γλυκά για να σαπίσουν τα υπέροχα άσπρα δόντια του. Τη γάτα του τη λάτρευε. Ήταν νωχελική σαν και αυτόν. Την τάιζε σε πορσελάνινα πιάτα τα μαγειρευτά του φαγητά, την χάιδευε μέρα νύχτα, της μιλούσε και αυτή έγλειφε τη γούνα της και ότι τέλος πάντων έχριζε καθαριότητας πάνω της. Βόλτες φυσικά δεν την πήγαινε, πρώτον γιατί τις γάτες δεν τις βγάζουν βόλτα και δεύτερον γιατί και οι δυο τους ήταν νωχελικοί και σπιτόγατοι.
           Η ζωή τους συνεχίζονταν σε αυτούς τους ρυθμούς με εντάσεις μέσα στο σπίτι, με αποδράσεις της κυρίας και του σκύλου της έξω από αυτό, με άπειρες ώρες μπροστά στην τηλεόραση του κυρίου με τη γάτα του. Μια μέρα ο σκύλος, καθώς έτρωγε δίπλα στη γάτα, της αποκάλυψε πώς η κυρία του γνώρισε έναν όμορφο γείτονα, που βγαίνει βόλτα με την όμορφη σκύλα του και πως αυτός και η σκύλα πολύ ταιριάσανε στο παιχνίδι, όπως και η κυρία με τον γείτονα στις συζητήσεις. Η γάτα μόλις το άκουσε πονηρεύτηκε. Ήταν σίγουρη πως η κυρία δε συζητούσε απλά με τον γείτονα, ήξερε από τέτοια, της είχε αφηγηθεί κάποια φορά το αφεντικό της για την παράνομη σχέση μιας κυρίας με έναν κύριο, που ο κόσμος νόμιζε ότι μόνο συζητούσαν στις βόλτες τους δημοσίως. Έτσι ένα βράδυ που χαϊδεύονταν στην αγκαλιά του αφεντικού της και γλείφονταν στο επίμαχό σημείο της ευαίσθητης περιοχής της, του ανακοίνωσε το νέο του σκύλου. Ο κύριος δεν εξεπλάγην και πολύ, σαν να το περίμενε. Τη χάιδεψε απαλά στη ράχη και άφησε να βγει ένας αναστεναγμός. Η γάτα αντιλήφθηκε μια μικρή πικρία στον κύριό της αφήνοντας να βγει ένα ελαφρύ γουργούρισμα και συνέχισε να γλείφεται επιδεικτικά μπροστά του.
             Οι μέρες κύλησαν, οι συναντήσεις με τον όμορφο γείτονα συνεχίστηκαν, τα χαϊδολογήματα της γάτας με τον κύριό της επίσης. Η κατάσταση επιδεινώθηκε και μια μέρα η κυρία, όσο η γάτα και ο σκύλος κάθονταν ο ένας απέναντι στον άλλο σε θέση επίθεσης, ανακοίνωσε στον κύριο ότι θέλει να χωρίσουν. Ο κύριος την κοίταξε στα μάτια και χωρίς να πει τίποτα, με τη σιωπή του αποδέχθηκε το αναμενόμενο. Η γάτα και ο σκύλος κοιτάχτηκαν και αυτοί και χαλάρωσαν τη θέση επίθεσης. Για πρώτη φορά ένιωσαν να συμπαθιούνται. Την επομένη ξεκίνησε η διαδικασία του χωρισμού, που περιλάμβανε μετακόμιση της κυρίας και του σκύλου της, μοίρασμα των επίπλων και όλα τα σχετικά.       
            Πλέον, μετά το πέρασμα ενός μήνα, η κυρία και ο κύριος μένανε χωριστά, το ίδιο και ο σκύλος με τη γάτα. Η γάτα μελαγχόλησε, χωρίς τον όχι και τόσο αντιπαθητικό τελικά, σκύλο να την κυνηγάει στο διαμέρισμα. Είχε αρχίσει να βαριέται τη νωχελικότητά της. Ο σκύλος μελαγχόλησε και αυτός χωρίς την όχι και τόσο αντιπαθητική γάτα, καθώς άρχισε να βαριέται τις εξουθενωτικές, πλέον, ματαιόδοξες βόλτες της κυρίας του και τα ατελείωτα τρεξίματα με τη σκύλα του γείτονα.
              Μια μέρα, σε μια βόλτα με τη κυρία του, έτυχε να περάσουν κάτω από την πολυκατοικία που μένανε παλιά. Η κυρία μιλούσε στο κινητό της και δεν έδινε σημασία στον σκύλο της, κάτι που συνήθιζε τον τελευταίο καιρό. Σαν να τον είχε βαρεθεί και αυτόν. Ο σκύλος άρχισε να γαυγίζει επίμονα. Καλούσε τη γάτα να κατέβει. Η γάτα άκουσε το κάλεσμά του. Ο κύριός της κάθονταν, όπως πάντα νωχελικός στον καναπέ του, με την τρυπημένη πια πιζάμα του, σχεδόν κοιμισμένος. Συνήθιζε τώρα τελευταία να αποκοιμιέται στον καναπέ, μη δίνοντας σημασία στη γάτα του και τα γλειψίματά της. Βγήκε στο μπαλκόνι, είδε τον σκύλο, του νιαούρισε για να καταλάβει και να την περιμένει. Πήρε το λούκι για διαδρομή και κατέβηκε στο ισόγειο.
             Ο σκύλος και η γάτα ήταν πλέον ελεύθεροι. Η απομάκρυνσή τους τους έκανε να συνειδητοποιήσουν πόσο ο ένας συμπαθούσε την άλλη. Με σηκωμένες, περήφανα, τις ουρές τους και χωρίς κανένας να τους αντιληφθεί, το σκάσανε. Ούτε που ήξεραν που θα πηγαίνανε. Οπουδήποτε και αν τους έβγαζε ο δρόμος αυτοί θα περνούσαν ωραία. Γιατί είχαν μέσα τους την ίδια ανάγκη. Να συναναστραφεί ο σκύλος σκυλοσυμμορίες και οι γάτα κεραμιδόγατες. Να ζήσουν έντονα, μακριά από νωχελικότητες και ματαιοδοξίες. Και πού και πού θα βρίσκονταν να απολαμβάνουν την παρέα τους και να αναπολούν τα αφεντικά τους….. DK

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου