Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γκαρής ο πεισματάρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γκαρής ο πεισματάρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

Γκαρής ο πεισματάρης, ο Γκαράκος πάει σχολείο


 Ο μικρός Γκαράκος είχε πλέον μεγαλώσει αρκετά και είχε γίνει ο καλύτερος φίλος του νεαρού προβάτου. Μαζί περνούσαν ατελείωτες ώρες και η φιλία τους όλο και δυνάμωνε. Το πρωί έβλεπαν τα παιδάκια που πήγαιναν σχολείο με τις τσάντες τους στον ώμο. Τους φαίνονταν παράξενο που κάθε μέρα κουβαλούσαν όλο αυτό το φορτίο. Ο Γκαράκος και ο φίλος του είχαν εντελώς διαφορετική ζωή, αν και μέσα τους τους έτρωγε η περιέργεια τι έκαναν και τι μάθαιναν στο σχολείο τόσες ώρες καθημερινά. Μια μέρα παρατηρούσαν ένα παιδάκι, που με δυσκολία περπατούσε κουτσαίνοντας, να προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στα ασθενικά ποδαράκια του και την βαριά τσάντα στον ώμο.
-Πρώτη φορά βλέπω αυτό το παιδάκι πρόβατο, δεν το έχω δει να περνάει ξανά από το δρόμο μας.
-Το πηγαίνει το ταξί από το σπίτι του που είναι μακριά, αλλά μάλλον λόγω της κρίσης δεν υπάρχουν λεφτά για να πληρώνει το σχολείο το ταξί του, είπε το πρόβατο.
-Κρίμα για το παιδάκι, μου κάνει εντύπωση όμως το κουράγιο του και το πείσμα του, δεν το βάζει κάτω.
Και έτσι όπως συμπάσχανε με το μικρό παιδάκι, ο Γκαράκος και το νεαρό πρόβατο το είδαν να σκοντάφτει και να πέφτει μπροστά στα μάτια τους. Η τσάντα του άνοιξε και με μιας ξεχύθηκαν μολύβια, σβήστρες, ξύστρες, μαρκαδόροι, τετράδια, βιβλία, χάρτες.
-Τι παράξενα είναι όλα αυτά που κουβαλάνε, αναρωτήθηκαν και με μια κίνηση πλησίασαν το μικρό παιδί.
Ήταν τόσο πικραμένο που του είχαν χυθεί όλα τα σχολικά του σύνεργα που έβαλε τα κλάματα, κυριολεκτικά στα καλά καθούμενα.
-Τι τυχεροί που είστε! ούτε σχολείο πηγαίνετε, ούτε τσάντες βαριές κουβαλάτε, είπε το παιδάκι.
Ο Γκαράκος έβγαλε ένα χαριτωμένο γκάρισμα. Ο φίλος του έβγαλε και αυτός τον χαρακτηριστικό του «μπε μπε» των προβάτων.
-Πού να ήξερε πως και εμείς ζούμε για να μας αρμέγουν και να μας οδηγούν στον κρεοπώλη κάποια στιγμή στη ζωή μας! αναφώνησε το νεαρό πρόβατο.
Ο Γκαράκος έσκυψε και του πρότεινε την πλάτη του. Το παιδάκι κατάλαβε. Μάζεψε τα σχολικά του σύνεργα γρήγορα, γρήγορα και σηκώθηκε. Ανέβηκε στην πλάτη του Γκαράκου. Την τσάντα ανέλαβε να την κουβαλήσει το πρόβατο στους ώμους του.
-Πάμε φίλε μου, έχουμε αποστολή σήμερα. Θα πάμε το παιδάκι στο σχολείο, μιας που δεν μπορεί να περπατήσει και με την ευκαιρία θα δούμε και το σχολείο από κοντά.
-Είσαι σίγουρος Γκαράκο ότι θα μας αφήσουν να μπούμε στην αυλή;
-Και φυσικά είμαι, μην ξεχνάς είμαι τεταρτοσέγγονο του Μεγάλου Γκαρή και γιος του Γκαρή του πεισματάρη. Όταν πεισμώνουμε εμείς οι γάιδαροι καταφέρνουμε πολλά.
Το παιδάκι γέλασε. Δεν καταλάβαινε τι έλεγε ο γαϊδουράκος και το πρόβατο, αλλά του φαίνονταν τόσο αστείο να τον συνοδεύουν στο σχολείο τα αθώα αυτά ζώα. Και όχι μόνο τον συνόδευαν, αλλά ο γαϊδουράκος όλο γυρνούσε και το κοιτούσε και ήταν και αυτά τα γκαρίσματά του που σαν να ήθελε κάτι να του πει. Πού να το πίστευε πως ο γαϊδουράκος το είχε βάλει σκοπό να τον πάει το προαύλιο του σχολείου του.
Δεν άργησαν να φτάσουν στον προορισμό τους και όλα τα παιδάκια έστρεψαν τα βλέμματά τους πάνω τους. Είχαν μείνει με ανοιχτό το στόμα. Δεν πίστευαν στα μάτια τους. Ένας μικρός γάιδαρος και ένα νεαρό πρόβατο βρίσκονταν στην αυλή τους και τους κοιτούσαν και αυτά στα μάτια. Ο διευθυντής βγήκε στην αυλή προσπαθώντας να καταλάβει τι συνέβαινε.
-Τι πράματα είναι αυτά Ανδρέα; Γιατί κουβάλησες έναν γάιδαρο και ένα πρόβατο στο σχολείο;
-Ξέρετε κύριε, είπε διστακτικά ο Ανδρέας, ο μικρός γάιδαρος με ανέβασε στην πλάτη του και με έφερε ως εδώ ενώ το πρόβατο κουβάλησε την τσάντα μου.
-Ναι αλλά τα ζώα απαγορεύονται στο σχολείο Ανδρέα.
-Συγνώμη κύριε δε θα ξανασυμβεί, αλλά …
-Κοίταξε παιδί μου πρέπει να εξετάσουμε το θέμα της μεταφοράς σου, λεφτά δεν υπάρχουν για να έρχεσαι στο σχολείο.
-Το γνωρίζω κύριε, αλλά…
Ο Γκαράκος δεν μπορούσε να ακούει άλλα «αλλά» από τον Ανδρέα. Άρχισε να γκαρίζει πεισματάρικα παρασύροντας το πρόβατο σε «μπε μπε». Τα παιδάκια γελάσανε με την ψυχή τους. Ο Διευθυντής κατάλαβε. Θα μπορούσε να τον φέρνει ο μικρός γαϊδαράκος, αρκεί να εξασφάλιζαν ένα μικρό σαμάρι για το παιδί, για να είναι πιο ασφαλής η μεταφορά του. Έτσι και έγινε. Από την άλλη μέρα ένα σαμάρι τοποθετήθηκε στην πλάτη του Γκαράκου και ο Ανδρέας δεν έχασε κανένα μάθημα. Και όχι μόνο, γιατί ο Γκαράκος και το πρόβατο κάθε μέρα είχαν τη δυνατότητα να πηγαίνουν στο σχολείο και να γελάνε με τα παιδάκια στο προαύλιο μέχρι να χτυπήσει το κουδούνι.

Παρασκευή 13 Απριλίου 2012

ο Γκαρής, ο πεισματάρης ενόψει του Πάσχα


Ο Γκαρής, πατέρας πλέον, απολάμβανε τη χαρά της πατρότητας μαζί με τον μικρό Γκαράκο του. Ο γαϊδαράκος είχε ξεπεταχτεί και περνούσε πολλές ώρες μαζί του. Ήταν μοντέρνα οικογένεια, καθώς η Αγαθή έμενε στο αφεντικό της με τον Γκαράκο και ο Γκαρής στο αφεντικό του. Συναντιόντουσαν στα αγώγια, αλλά και όχι μόνο. Ο Γκαρής ήταν καταφερτζής και έτσι όλο και κάποια δικαιολογία έβρισκε να πει του αφεντικού του, προκειμένου να βρεθεί με την Αγαθή και το παιδί τους.
Σε λίγες μέρες θα έρχονταν το Πάσχα και ο Γκαρής, πάνω που πήγαινε να πει του αφεντικού του μια από τις συνηθισμένες δικαιολογίες απουσίας του, άκουσε κρυφά το αφεντικό του να λέει της αφεντικίνας πως για το Πάσχα θα έσφαζε το αρνί, το παιδί του προβάτου που είχε υπερασπιστεί τον Γκαρή όταν τον είχαν πιάσει τα πεισμώματά του. Ο Γκαρής σοκαρίστηκε όταν άκουσε αυτήν την πληροφορία. Δεν ήξερε πώς να αντιδράσει. Δεν χρειάζονταν και πολύ σκέψη όμως. Το σίδερο στη βράση κολλάει και έτσι πήρε θάρρος και εμφανίστηκε μπροστά στα δύο αφεντικά του.
-Άκουσα πολύ καλά τι είπατε και έχω μείνει άναυδος. Το αρνί που θέλετε να σφάξετε είναι παιδί του καλύτερού μου φίλου και απορώ με την απόφασή σας.
-Τι λες Γκαρή, από πότε σου πέφτει λόγος στις οικογενειακές μας αποφάσεις; είπε το αφεντικό.
-Από τότε που κατάλαβα πως εμείς τα ζώα έχουμε άποψη και λόγο, απάντησε με στόμφο ο Γκαρής.
Η αφεντικίνα γέλασε.
-Άποψη και λόγο; Τι λέει ο Γκαρής Σήφη;
-Τι να σου πω γυναίκα, ο Γκαρής ξέρεις πολύ καλά πως μοιάζει πολύ τον προπροπάππου του, τον ήρωα Γκαρή και δε λέει να αλλάξει χαρακτήρα, είναι ένας κλασσικός πεισματάρης.
-Η παράδοσή σας ορίζει να φάτε αρνί για το Πάσχα, αλλά είναι ανάγκη να φάτε αυτό το συγκεκριμένο αρνί; Δηλαδή αν ήταν στις παραδόσεις σας να τρώτε γαϊδούρια θα σφάζατε το δικό μου παιδί, τον Γκαράκο;
-Μεγάλο μπελά βρήκαμε Σήφη, κανόνισε να ξεκαθαρίσεις την κατάσταση, είπε η αφεντικίνα και έφυγε νευριασμένη από τον σταύλο.
Απέμειναν ο Γκαρής και ο Σήφης να κοιτιούνται στα μάτια. Ο Σήφης αγαπούσε τον Γκαρή, όπως όλα του τα ζώα και δεν ήθελε να δημιουργήσει πρόβλημα και πίκρες τέτοιες μέρες γιορτινές.
-Γκαρή ίσως έχεις δίκιο, κατάλαβε όμως και τη θέση μου. Η αλήθεια είναι ότι μπορώ να αγοράσω ένα αρνί από τον κρεοπώλη, αλλά και αυτό που θα πάρω ψυχή έχει.
-Το ξέρω Σήφη, αλλά κατάλαβε και εμένα. Με το πρόβατο είμαστε φίλοι χρόνια τώρα και δε θα ήθελα να συμβεί τέτοιο κακό στον σταύλο. Σε παρακαλώ άκουσέ με και πάνε τώρα να αγοράσεις ένα αρνί. Δεν το διαπραγματεύομαι. Θα ξεσηκώσω όλα τα πρόβατα της Κιμώλου.
Ο Σήφης κατέβασε το βλέμμα του. Έγνεψε με το κεφάλι του θετικά και πήγε στον κρεοπώλη. Ο Γκαρής τον ευχαρίστησε με ένα ευγενικό γκάρισμα. Προχώρησε παραπέρα και πήγε στο φίλο του το πρόβατο. Εκείνη την ώρα έπαιζε με το αρνί του. Του μάθαινε πώς να τρώει το γρασίδι χωρίς λαιμαργία και πώς να μηρυκάζει μετά με την ησυχία του. Ήταν τόσο όμορφη η σκηνή που ο Γκαρής συγκινήθηκε. Δεν του είπε τίποτα εκείνη την ώρα. Τον άφησε να χαίρεται τις στιγμές με το παιδί του. Εξάλλου δεν ήθελε να του παινευτεί πως χάρη σε αυτόν σώθηκε το παιδί του.
Πήρε τον κατήφορο και πήγε να βρει τον γαϊδαράκο του. Ο Γκαράκος έπαιζε με τη μητέρα του στο απέναντι χωράφι τρέχοντας από πίσω της. Έβαλε τα δυνατά του ο Γκαρής και τους έφτασε.
-Γκαράκο, έλα να σου γνωρίσω ένα φίλο σου, του είπε. Είναι ο γιος του αγαπημένου μου προβάτου, το Πάσχα θα γλεντήσουμε όλοι μαζί στο σταύλο μου.
Ο Γκαράκος ενθουσιάστηκε με την ιδέα να έχει έναν φίλο και μάλιστα να είναι ο γιος του αγαπημένου φίλου του πατέρα του και τον ακολούθησε. Το αρνί με τον Γκαράκο γνωρίστηκαν και γίνανε κολλητοί φίλοι. Το πρόβατο και ο Γκαρής χαίρονταν τα παιδιά τους και αναπολούσαν τις παλιές καλές στιγμές της φιλίας τους, τότε που το πρόβατο είχε υποστηρίξει τον Γκαρή, όταν τον κατηγορούσαν πως είναι «Γάιδαρος»!

Σάββατο 17 Μαρτίου 2012

Ο Γκαρής, ο πεισματάρης, γίνεται μπαμπάς



Ο Γκαρής, ο πεισματάρης γίνεται μπαμπάς

Όπως γνωρίζουμε πολύ καλά, ο Γκαρής είχε αγαπήσει την Αγαθή, μια όμορφη γαϊδούρα, με γκρίζο, στιλπνό τρίχωμα και κάτασπρα ίσια δόντια. Δε γνωρίζουμε όμως, γιατί είναι προσωπική τους υπόθεση, ότι πέρασαν ωραίες περιπέτειες μαζί στην Κίμωλο. Βρίσκονταν, κάθε φορά που είχαν ελεύθερο χρόνο και περπατούσαν δίπλα στη θάλασσα, με τις ουρίτσες τους αγκαζέ. Χαμογελούσε ο ένας στον άλλο και πλατσουρίζανε τις πατούσες τους στην ακρογιαλιά. Τρέχανε στην άμμο, στους λόφους και στους χωμάτινους δρόμους. Αγναντεύανε το Αιγαίο πέλαγος, που ήταν πότε φουρτουνιασμένο, όταν φυσούσε δυνατός άνεμος και πότε ήρεμο, όταν ο αέρας σταματούσε. Βλέπανε τα αστέρια το βράδυ παρέα και τα μετρούσανε ένα ένα, μέχρι να αρχίσουν τα χασμουρητά και να πάει ο καθένας στο στάβλο του.
Έτσι πέρασε ο καιρός και μια ημέρα, με υπέροχη λιακάδα, η Αγαθή ανακοίνωσε, όλο χαρά, στον Γκαρή ότι περιμένει το γαϊδουράκι του. Ο Γκαρής γκάριξε αυθόρμητα με ένα παρατεταμένο γκάρισμα, γεμάτο ευτυχία και ικανοποίηση. Οι μήνες της εγκυμοσύνης πέρασαν γρήγορα, με τον Γκαρή να προσέχει ιδιαιτέρως την Αγαθή. Δεν την άφηνε να σηκώνει βάρη και κουβαλούσε αυτός τα ξύλα και οτιδήποτε άλλο αγγάρευε το αφεντικό την Αγαθή να μεταφέρει.
Ένα πρωινό ο Γκαρής άκουσε την αγαπημένη του, που τον καλούσε να την βοηθήσει γιατί άρχισαν οι πόνοι και κόντευε να γεννήσει. Ο Γκαρής έσπευσε αμέσως στο κάλεσμα της, αφήνοντας τη δουλειά του στη μέση. Η Αγαθή πονούσε, ήταν ξαπλωμένη στο σταύλο και πόνο στον πόνο εμφανίστηκε το κεφαλάκι του μικρού γαϊδουριού. Με έναν τελευταίο πόνο η Αγαθή γέννησε ένα πανέμορφο γαϊδουράκι, ίδιο ο μπαμπάς του. Ο Γκαρής γκάριξε δυνατά και τον άκουσε όλη η Κίμωλος. Δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια της Αγαθής και του Γκαρή. Φίλησαν και οι δύο το γαϊδουράκι τους και αυτό σηκώθηκε, με τη δύναμη του φιλιού, στα πόδια. Έψαξε τα μαστάρια της μαμάς του και άρχισε να θηλάζει.
Όπως θήλαζε με μανία το όμορφο γαϊδουράκι τους, ήρθε το αφεντικό της Αγαθής και το πήρε από τα μαστάρια της. Το νεογέννητο γαϊδουράκι γκάριξε δυνατά, σπαράζοντας την καρδιά της μαμάς και του μπαμπά του. Η Αγαθή κοίταξε στα μάτια τον Γκαρή. Δεν χρειάζονταν να γκαρίξει, ο Γκαρής κατάλαβε. Έτρεξε προς το μέρος του αφεντικού και στάθηκε εμπόδιο μπροστά του. Γκάριζε φωναχτά να τον ακούσουν όλοι.
-Δεν μπορείς να πάρεις το παιδί μας, του είπε, πρέπει να θηλάσει τη μαμά του.
-Το γάλα της Αγαθής θα το πουλήσω σε μια εταιρεία που ήρθε στο νησί. Το γαϊδουρινό γάλα είναι ανάρπαστο στην αγορά για τα μικρά παιδάκια που γεννιούνται.
-Δεν κατάλαβα, είπε όλο απορία ο Γκαρής. Δεν θα θηλάσει το δικό μου παιδί γιατί βαριούνται οι γυναίκες να θηλάσουν τα μωρά τους;
-Το γαϊδουρινό γάλα είναι το πιο κατάλληλο για τα μωρά και δεν θα με εμποδίσεις Γκαρή. Σε παρακαλώ, φύγε από μπροστά μου και σταμάτα τα γκαρίσματα. Έχω δουλειά τώρα.
Ο Γκαρής έμεινε με ανοιχτό το στόμα. Το ίδιο και η Αγαθή. Ήταν ιδιαίτερα ανήσυχη, ως μάνα και ήθελε πίσω το γαϊδουράκι της. Τα μάτια της υγράνθηκαν και έπεσε σε μελαγχολία. Ο Γκαρής την παρηγόρησε με ένα χαμόγελο και τη διαβεβαίωσε ότι το μικρό τους θα ήταν σύντομα κοντά τους.
-Αγαθή είμαι πεισματάρης και το ξέρεις. Όλα θα πάνε καλά, θα θηλάσεις το μικρό μας, να είσαι σίγουρη για αυτό.
Έφυγε αμέσως και κατέβηκε στη Χώρα. Εκεί ήταν συγκεντρωμένοι και άλλοι μπαμπάδες-γαϊδούρια, που είχαν εν τω μεταξύ ενημερωθεί για το γεγονός. Βρίσκονταν και τα δικά τους μικρά στην ίδια κατάσταση. Ο Γκαρής πήρε το λόγο.
-Τα μικρά μας δικαιούνται να θηλάσουν τις γαϊδούρες μας και κανένας δεν μπορεί να τους στερήσει αυτό το δικαίωμα. Πάμε τώρα κάτω να γκαρίξουμε μπροστά στα κανάλια. Είναι στο χέρι μας να διεκδικήσουμε την ανάγκη των μικρών μας να πιουν το μητρικό τους γάλα.
Οι δημοσιογράφοι, με όλο αυτό το σαματά, είχαν καταφτάσει εκτάκτως στο νησί. Τα αρσενικά γαϊδούρια γκάριζαν όλα μαζί ασταμάτητα. Μία δημοσιογράφος μπροστά στην κάμερα είπε:
-Είναι καιρός οι γυναίκες να καταλάβουν ότι το να θηλάσουν τα μωρά τους είναι ότι πιο όμορφο. Το γαϊδουρινό γάλα μπορεί να είναι θρεπτικό και ιδανικό για τα μικρά ανθρώπινα πλασματάκια, αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με το μητρικό γάλα που έχουν οι γυναίκες για τα μωρά τους. Σας το διαβεβαιώνω από προσωπική μου πείρα.
Είπε και άλλα πολλά. Αυτό που κατάλαβαν πάντως οι άνθρωποι, ήταν πως τα γαϊδούρια δεν θα επέτρεπαν να συμβεί ότι και στις αγελάδες. Διεκδίκησαν με σθένος τα δικαιώματά τους και τα κατάφεραν. Όλα τα μικρά γαϊδουράκια γύρισαν στις γαϊδούρες, θήλασαν με πολλή όρεξη και δυνάμωσαν. Το ίδιο έκαναν και τα μωρά των ανθρώπων. Οι γυναίκες θήλασαν τα παιδιά τους και απόλαυσαν αυτή την υπέροχη αίσθηση επαφής και προσφοράς από το σώμα τους στα νεογέννητα αλλά και στα μεγαλύτερα μωράκιατους.
Ο Γκαρής, η Αγαθή και το γαϊδουράκι τους απολάμβαναν πλέον στιγμές χαλάρωσης, τρυφερότητας και αγάπης, με την Αγαθή να θηλάζει το μικρό τους. Ο Γκαρής χαμογελούσε με ικανοποίηση, που για άλλη μία φορά κατάφερε με το πείσμα του να κερδίσει μία μάχη. Κοιτούσε την Αγαθή και με την ουρά του χάιδευε το κεφαλάκι του μικρού του Γκαράκου. 

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

ο Γκαρής, ο πεισματάρης, ερωτεύεται...

O Γκαρής συνέχιζε να βοηθάει το αφεντικό του σε όλες τις δουλειές, κυρίως δε στις μεταφορές. Είχε αντοχή και υπομονή και σπάνια παραπονιόταν για την κούραση. Μια μέρα, έτσι όπως περνούσαν μπροστά από την αυλή ενός Κιμωλιώτη, ο Γκαρής αντίκρυσε μια γαϊδούρα που την έβλεπε πρώτη φορά στη ζωή του.
-Ωραία που είναι….αναφώνησε μέσα του. Δεν την έχω ξαναδεί, θα τη φέρανε τώρα στο νησί, σκέφτηκε.
Όπως περνούσαν από μπροστά, ο Γκαρής για να τραβήξει την προσοχή της, άφησε να βγει ένα γκάρισμα όλο κολακεία. Η γαϊδούρα γύρισε, τον κοίταξε και του χαμογέλασε, με τα υπέροχα άσπρα δόντια της. Αυτό ήταν, ο Γκαρής την ερωτεύτηκε. Από τότε έπεισε το αφεντικό του να περνάνε από εκείνον το δρόμο για να βλέπει την όμορφη γαϊδούρα.
Δεν άργησε να περάσει ο καιρός και έμαθε πώς έλεγαν τη γαϊδούρα που ερωτεύτηκε. Αγκάθα τη φώναζαν οι τουρίστες, Αγαθή οι Κιμωλιώτες. Αυτός προτιμούσε το ελληνικό όνομα, το Αγαθή. Η Αγαθή, ήταν πολύ όμορφη γαϊδούρα, είχε στιλπνό γκρίζο τρίχωμα, ωραία άσπρα δόντια και ουρά κομψή που την κουνούσε πέρα δώθε. Το αφεντικό, μόλις αντιλήφθηκε τον έρωτα του Γκαρή με την Αγαθή, άρχισε να ανησυχεί.
-Θα έχει το μυαλό του στους έρωτες και
τί θα του πω του αφεντικού της φοράδας που παρήγγειλα για γονιμοποίηση; ότι ο γάιδαρός μου ερωτεύτηκε μία γαϊδούρα; σκέφτηκε και άρχισε να λαμβάνει τα μέτρα του.
Τον τελευταίο καιρό, αθηναίοι κτηνίατροι είχαν πείσει τους κατοίκους της Κιμώλου ότι τα μουλάρια και οι ημίονοι είναι πιο αποδοτικά στη δουλειά και πως καλό θα ήταν να γονιμοποιήσουν τα γαϊδούρια τους με άλογα προκειμένου η επόμενη γενιά να αποτελείται μόνο από αυτά τα υβρίδια. Όταν το άκουσε αυτό ο Γκαρής, όπως σταμάτησαν για να μιλήσει το αφεντικό του με ένα άλλο αφεντικό, δεν ήθελε να το πιστέψει. Την πληροφορία την επιβεβαίωσε και από άλλες πηγές, καθώς το νέο είχε γίνει πλέον βούκινο. Ο Γκαρής ήταν ερωτευμένος αλλά και όχι μόνο. Ήταν και πεισματάρης. Έβαλε στο μυαλό του ότι έπρεπε να αλλάξει την κατάσταση.
Μια μέρα έφυγε μόνος του και άρχισε να τριγυρίζει σε όλες τις γειτονιές. Ενημέρωσε όλα τα γαϊδούρια. Τους καλούσε σε συνάντηση έξω από το Δημαρχείο το πρωί μιας καθημερινής, την ώρα της αγοράς, για να τους ακούσουν όλοι οι κάτοικοι, που μαζεύονταν εκείνη την ώρα στην πλατεία.
Τα γαϊδούρια, που ήταν και αυτά ανήσυχα για την κατάσταση, συγκεντρώθηκαν σύμφωνα με την πρόσκληση του Γκαρή. Είχε πάει και η Αγαθή, που ήταν και αυτή, κρυφά και φανερά, ερωτευμένη με τον καλό της αλλά και το ίδιο ανήσυχη. Ο Γκαρής πήρε τον λόγο και μίλησε στα ομοειδή του ζώα:
-Σήμερα αγαπητά μου γαϊδούρια μαζευτήκαμε για να διαμαρτυρηθούμε για το σχέδιο των κτηνιάτρων να μας διασταυρώνουν με άλογα. Επιθυμούμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε ως γαϊδούρια. Έχουμε αποδείξει την αξία μας χρόνια τώρα. Το νησί μας είναι γραφικό και αποτελούμε πόλο έλξης τουριστών. Το χρώμα αυτό θα χαθεί αν, φανταστείτε, κυκλοφορούν στο μέλλον μουλάρια και ημίονοι. Αυτό πρέπει να το καταλάβουν οι ειδικοί…..είπε …είπε…πολλά είπε ο Γκαρής σχετικά και στο τέλος καταχειροκροτήθηκε.
-Άξιος απόγονος του μεγάλου Γκαρή φώναζαν οι περισσότεροι.
-Γκαρή είσαι ο ήρωάς μας, φώναζαν τα γαϊδούρια.
Ο Δήμαρχος τους διαβεβαίωσε ότι δε θα επέτρεπε την πρόσβαση σε κανένα άλογο στο νησί για κανέναν απολύτως λόγο. Είχε πειστεί, από τον άξιο τρισέγγονο, ότι τα γαϊδούρια του νησιού του έπρεπε να τα προστατέψει από τον αφανισμό. Δεν τον συνέφερε άλλωστε το αντίθετο, καθώς είναι αλήθεια, ότι οι τουρίστες αγαπούσαν πολύ τα ζώα αυτά και αφήνανε πολλά λεφτά στο νησί με τον ερχομό τους κάθε καλοκαίρι.
Μετά από λίγο η συγκέντρωση διαλύθηκε. Τα γαϊδούρια πήραν τον δρόμο για τα σπίτια τους. Η Αγαθή με τον Γκαρή περπατούσαν δίπλα-δίπλα. Η όμορφη γαϊδούρα γύρισε προς τον Γκαρή και του κρυφοχαμογέλασε. Ο Γκαρής της έκλεισε το μάτι. 

-Δεν θα πρόδιδα ποτέ τον έρωτά μου για σένα για καμία αλόγα, της ψιθύρισε στο αυτί και συνέχισαν να περπατάνε δίπλα-δίπλα ενώνοντας πότε πότε τις ουρές τους….

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Γκαρής, ο πεισματάρης σε νέες περιπέτειες

Ήταν καλοκαίρι και οι τουρίστες είχαν αρχίσει να καταφτάνουν στο νησί της Κιμώλου. Η ομορφιά του νησιού τους κέρδισε και τα κλικ και κλακ των φωτογραφικών μηχανών έκαναν θραύση. Τα γαϊδούρια έπαιρναν πόζα. Έκλειναν το μάτι στις τουρίστριες και χαμογελούσαν στο φακό επιδεικνύοντας τα μεγάλα κάτασπρα δόντια. 
Ο Γκαρής ζούσε πιο απομονωμένος από τα άλλα γαϊδούρια και έτσι δεν είχε τη δυνατότητα να ποζάρει και να κάνει κάποια γνωριμία. Επιπλέον το αφεντικό του δεν σταματούσε να τον φορτώνει με αγγαροδουλειές, οπότε πού χρόνος να πάρει τον κατήφορο και να συναντήσει τους τουρίστες. Άσε που το θεωρούσε λίγο ματαιόδοξο αυτό με τις φωτογραφήσεις.
Αυτό που τον ενοχλούσε όμως περισσότερο ήταν ότι δεν είχε την ευκαιρία να αναδείξει την ιστορία του τόπου του και την συμβολή των γαϊδουριών στην οικονομική άνθηση της Κιμώλου. Ο Γκαρής ήταν περήφανος για την καταγωγή του. Ήταν ο τρισέγγονος του μεγάλου Γκαρή, του πρωτογάιδαρου που σκοτώθηκε στην κατασκευή της μεγαλύτερης σε μήκος αναβαθμίδας του νησιού. Μια μέρα του Αυγούστου πείσμωσε και το πήρε απόφαση. Δε θα υπάκουε το αφεντικό του και θα πήγαινε να βρει το δήμαρχο. Έτσι ξεκίνησε πρωί πρωί, πριν πιάσουν οι πολλές οι ζέστες. Στο δρόμο ξεσήκωσε και άλλα γαϊδούρια να τον συνοδέψουν. Έπρεπε, τους είπε να ασκήσουν πίεση, να τους κάνει ο δήμαρχος μία προτομή του προπροπάππου του. Όλα μαζί τα γαιδούρια έφτασαν στο δημαρχείο. Το όλο σκηνικό προξένεψε την περιέργεια των τουριστών και κατοίκων του νησιού. Τα γαϊδούρια άρχισαν να γκαρίζουν και ο δήμαρχος βγήκε έξω να τους μιλήσει. Η συνεννόηση φυσικά έγινε με τον τρισέγγονο Γκαρή. Ο Γκαρής απαίτησε να αποκατασταθεί η μνήμη του προποπάππου του, καθώς και όλων των γαϊδουριών που έδωσαν τη ζωή και την ψυχή τους για να κατασκευαστούν οι αναβαθμίδες του νησιού. Ο Δήμαρχος έδωσε το λόγο του. Η προτομή θα ήταν έτοιμη σε ένα μήνα.
Ο Γκαρής δεν έφυγε από την πλατεία Δημαρχείου μέχρι να γίνουν τα αποκαλυπτήρια. Ήταν πεισματάρης. Ήθελε να είναι σίγουρος ότι δεν θα τον κορόιδευαν. Το τι φωτογραφίες τον βγάλανε οι τουρίστριες εκείνον τον Αύγουστο δε λέγεται. Ο μήνας πέρασε και η προτομή ήταν έτοιμη. Καλέστηκαν όλοι οι επίσημοι της Κιμώλου στην τελετή και ο Γκαρής φυσικά, πρώτος πρώτος από τα γαϊδούρια, ως τρισέγγονο του μεγάλου Γκαρή. Ο Δήμαρχος, μετά το λόγο του σχετικά με την τεράστια συνεισφορά των γαϊδουριών στην ολοκλήρωση του δύσκολου και απαραίτητου έργου υποδομής των αναβαθμίδων, τράβηξε το ύφασμα και αποκαλύφθηκε η προτομή. Ο προποπάππους του έστεκε περήφανος στην πλατεία. Ο Γκαρής άφησε να βγει ένα γκάρισμα όλο ικανοποίηση και χαρά. Κοίταξε την προτομή με προσοχή….του μοιάζω του προπάππου μου…σκέφτηκε και άφησε να βγει ένα γέλιο όλο καμάρι και πείσμα….

Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Γκαρής, ο πεισματάρης

Τον λέγανε Γκαρή και ήταν συμπαθέστατος. Είχε τις καλύτερες σχέσεις με τα υπόλοιπα ζώα της φάρμας. Τον συμπαθούσαν όλοι, γιατί ο Γκαρής έκανε όλα τα χατίρια. Εξυπηρετούσε τους πάντες και πάνω από όλα το αφεντικό του. Τώρα τελευταία όμως ήταν λίγο λυπημένος. Άκουγε το όνομα του είδους του, γαϊδούρι, να το επαναλαμβάνουν όλοι. Γαϊδούρι έλεγε η χήνα τον χήνο, γαϊδούρι έλεγε η αφεντικίνα το αφεντικό του, γαϊδούρι φώναζε η γάτα τον σκύλο….
-Τί πράματα είναι αυτά, σκέφτηκε ο Γκαρής. Γιατί τέτοιο κόλλημα με το όνομα του είδους μου; Γιατί δε λέει δηλαδή η χήνα τον χήνο πάπιο και τον λέει γαϊδούρι;
Είχε αρχίσει να ενοχλείται έντονα ο Γκαρής και αποφάσισε να μουλαρώσει. Δηλαδή να πεισμώσει. Τον καλούσε το αφεντικό του να μεταφέρει κάτι κούτσουρα και ο Γκαρής δεν έλεγε να κουνηθεί. Τον τραβούσε από το λουρί και αυτός εκεί, πείσμωνε και δεν κουνιόταν. Μια, δυο, τρεις, το αφεντικό κουράστηκε να περιμένει. -Έχεις γαϊδουρέψει πολύ, του λέει και φεύγει. 
-Γαϊδούρεψα; είπε μέσα του ο Γκαρής, αφού γαϊδούρι είμαι, τί γαϊδούρεψα, τί εννοεί
Η κατάσταση συνεχίστηκε για πολύ και ο Γκαρής παρέμενε πεισμωμένος. Δεν έκανε κανενός το χατίρι. Όλα τα ζώα της φάρμας τα έβαλαν μαζί του. Μόνο το πρόβατο τον καταλάβαινε. Και αυτό είχε παράπονα, γιατί είχε ακούσει το όνομά του να επαναλαμβάνεται από κάποιους. Το πρόβατο πλησίασε τον Γκαρή και του είπε:
-Κοίτα να δεις Γκαρή, καταλαβαίνω το πρόβλημα σου. Όλοι χρησιμοποιούν τη λέξη γαϊδούρι όταν θέλουν να υποτιμήσουν κάποιον. Και το δικό μου όνομα φωνάζουν όταν θέλουν να αποκαλέσουν κάποιον ότι δεν έχει δική του κρίση.
-Εγώ σταμάτησα να κάνω χαμαλοδουλειές από ότι βλέπεις πρόβατο, απαντάντησε με σθένος ο Γκαρής.
-Και τι θα κάνεις Γκαρή; Το αφεντικό θα σε πουλήσει για ψίχουλα, τον άκουσα που το έλεγε στην αφεντικίνα. Δεν συμφέρεις λέει, θα αγοράσει μουλάρι, που είναι πιο σωματώδες και λιγότερο πεισματάρικο.
-Μουλάρι; Ας πάρει μουλάρι, υβρίδιο είναι, να δω τι προκοπή θα έχει. Εγώ δεν πάω πουθενά, θα κάτσω εδώ, δεν πάω πουθενά σου λέω, πείσμωσα. Αν δεν σταματήσουν να χρησιμοποιούν το όνομα μου για να αποκαλούν κάποιον τεμπέλη, ανίκανο ή άχρηστο δεν πρόκειται να ξεπεισμώσω, έτσι είμαι εγώ, πεισματάρης.
Την άλλη μέρα σε μια τελευταία προσπάθεια, το αφεντικό πλησίασε τον Γκαρή. Δεν πρόλαβε να ανοίξει το στόμα του και ο Γκαρής του είπε:
-Αν δεν σταματήσεις να με φωνάζεις γαϊδούρι, δεν σου ξαναμιλάω και θα τρώω μόνο σανό.
Το αφεντικό του έμεινε άναυδο. Δεν περίμενε τέτοιο παράπονο από τον γάιδαρό του.
-Ίσως και να έχει δίκιο ο Γκαρής, σκέφτηκε. 
Του χάιδεψε τη μούρη και τον χτύπησε φιλικά στον σβέρκο. Μίλησε σε όλα τα ζώα της φάρμας. Τους μετέφερε το παράπονο του Γκαρή. 
-Έχει δίκιο, είπε η χήνα.
Κατέβασε το κεφάλι της η γάτα από ντροπή, το ίδιο έκαναν και τα υπόλοιπα ζώα. Την επομένη όλα είχαν αλλάξει. Όλα τα ζώα πλησίασαν τον Γκαρή και του ζήτησαν συγνώμη.
-Γκαρή χωρίς εσένα φάρμα δεν υπάρχει, εσύ τα λες ωραία και υποστηρίζεις τους αδικημένους, του είπε το πρόβατο.
Ο Γκαρής του έκλεισε το μάτι.
-Το ξέρω πρόβατο, κοίτα εκείνο το φυτό, είναι τόσο ωραίο, μωβ άνθος και όμορφα μεγάλα αγκάθια και οι άνθρωποι τόλμησαν να το ονομάσουν γαϊδουράγκαθο! Και μάλιστα όταν θέλουν να κακολογήσουν άλλα φυτά με αγκάθια τα λένε "γαϊδουράγκαθα"!
Όλα τα ζώα γέλασαν με τον Γκαρή, παρέμενε ο ίδιος παλιός Γκαρής, χιουμορίστας, πεισματάρης και υπερασπιστής του δίκαιου!