Κυριακή 8 Απριλίου 2012

Το κερασάκι στην τούρτα


Έκοψε το παντεσπάνι, έβαλε ανάμεσα στα δύο κομμάτια σιρόπι, κρέμα, βύσσινα, πρόσθεσε από πάνω σαντιγή, άσπρη κάτασπρη, τη στόλισε με αμύγδαλα φιλέ και μικρά κερασάκια γύρω γύρω. Στη μέση έβαλε ένα εντυπωσιακό, μεγάλο, κατακόκκινο κεράσι. Έβαλε την τούρτα στο ψυγείο-βιτρίνα. Η τούρτα καμάρωνε όλο περηφάνια. Δίπλα της καμάρωναν οι σοκολατένιες τούρτες αλλά ποσώς την ένοιαζε. Είχε και αυτή το κοινό της και ήξερε πως κάποιος θα την λιγουρεύονταν, έτσι όπως θα την έβλεπε υπέρκομψη στη βιτρίνα. Κρύωνε λιγάκι αλλά σάμπως τι την ένοιαζε. Μπρος τα κάλλη τι είναι το ψύχος. Ο κόσμος περνούσε και την κοιτούσε. Δεν είχε κάτι το ιδιαίτερο, μια άσπρη κλασσική τούρτα ήταν. Ωστόσο το εντυπωσιακό κεράσι στη μέση της έδινε άλλο ύφος. Πέρασε μια ωραία μέρα μία κυρία, την είδε και τη λαχτάρισε.
-Θα την πάρω για τα γενέθλιά μου, σκέφτηκε και την αγόρασε.
Ο ζαχαροπλάστης την έβαλε στην ειδική συσκευασία για τούρτες και τώρα πλέον πήρε το δρόμο της, με σίγουρο μέλλον στα στομάχια των υποψήφιων δοκιμαστών της.
Η κυρία έβαλε πάλι την τούρτα στο ψυγείο και συνεπώς τα βάσανά της σχετικά με το ψύχος συνεχίστηκαν. Το απόγευμα πάνω που δεν άντεχε άλλο το κρύο, για καλή της τύχη η κυρία την έβγαλε έξω. Τοποθέτησε πάνω της αγνώστου αριθμού κεράκια και την πήγε στο σαλόνι. Μεγάλοι, μικροί θαύμαζαν την τούρτα και ολονών τα βλέμματα έπεφταν στο εντυπωσιακό, μεγάλο, κατακόκκινο κεράσι. Αφού άναψαν και σβήστηκαν τα κεράκια τουλάχιστον δύο φορές, κατά το εθιμοτυπικό να ψέλνουν τα χρόνια πολλά στα ελληνικά και στα αγγλικά, η τούρτα πήρε το δρόμο για την κουζίνα και τον τεμαχισμό της. Τα βλέμματα των προσκαλεσμένων απομακρύνθηκαν από το κεράσι, ωστόσο η σκέψη όλων ήταν να πετύχουν το κομμάτι που θα είχε το συγκεκριμένο κόκκινο, στρογγυλό φρουτάκι. Τα κομμάτια άρχισαν να κόβονται, το ένα μετά το άλλο, έλα όμως που η κυρία εκεί που έκοβε τα κομμάτια, το μαχαίρι σταματούσε οριακά λίγο πριν το κεντρικό κεράσι. Στο τέλος αφού είχαν κοπεί, σερβιριστεί και φαγωθεί όλα τα κομμάτια, η τούρτα, αποδεκατισμένη, έστεκε στην πιατέλα με ένα και μόνο μικρό κομμάτι, προσπαθώντας να ισορροπήσει στο κενό. Το κεράσι έστεκε μόνο και έρημο. Σε κανέναν δεν αντιστοιχούσε τελικά. Όλα τα κομμάτια είχαν φαγωθεί, μόνο αυτό απέμεινε να θυμίζει την αίγλη της κάτασπρης περιστόλιστης τούρτας. Η κυρία έβαλε το κομμάτι στο ψυγείο. Το κεράσι κρύωνε μαζί με το μετέωρο κομμάτι τούρτας. Κάποια στιγμή το ψυγείο άνοιξε. Το κερασάκι μαζί με το κομμάτι κοιμόντουσαν, από την κούραση της προσμονής, του καλού καιρού. Ούτε που το κατάλαβαν σε ποιο στόμα μπήκαν και σε ποιο στομάχι κατέληξαν.
Οι επισκέπτες κάθονταν στο σαλόνι σαχλαμαρίζοντας μεταξύ τους. Κανένας δεν πρόδιδε ότι ήταν ο ένοχος της βρώσης του κερασιού. Ούτε μια κυρία, με φόρεμα άσπρο με κόκκινα μεγάλα πουά, ούτε ο κύριος με την φουσκωμένη κοιλιακή χώρα, που δυσκολεύονταν να μιλήσει γιατί κάτι μασουλούσε συνεχώς, ούτε καν η υπηρέτρια που ξεροστάλιαζε στην άκρη του σαλονιού, γλείφοντας συνεχώς τα χείλη της, καθώς λαχταρούσε και αυτή ένα κομματάκι τούρτας και ας ήταν το τελευταίο. Μόνο η γάτα της κυρίας γλείφονταν, ξαπλωμένη στο μαξιλάρι της, αφήνοντας κόκκινα υπολείμματα τροφής στην άσπρη γούνα της….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου