Έβλεπε τον εαυτό της στον
καθρέφτη. Το βλέμμα της επέστρεφε πίσω κενό. Ένιωθε πως πλησίαζε στο τέλος.
Όλες οι προσπάθειες, όλες οι θεραπείες είχαν τελειώσει. Δεν υπήρχε τίποτα άλλο
που θα μπορούσε να κάνει. Οι δυνάμεις της είχαν λιγοστέψει.
Της είχαν μείνει ελάχιστα μαλλιά.
Άγγιζε το κρανίο της και ένιωθε το δέρμα γυμνό. Θυμήθηκε τότε που ήταν μικρή
και έκανε βουτιές στη θάλασσα. Τα μαλλιά της δεν ακολουθούσαν την κίνησή της,
παρά κολυμπούσαν ανέμελα στο νερό. Κοίταξε τα χείλη της. Είχαν μαραζώσει.
Θυμήθηκε το πρώτο φιλί που της είχε δώσει, πριν πάρα πολλά χρόνια, ένα αγόρι
της ηλικίας της. Ήταν ένα ζεστό, υγρό φιλί. Τότε που τα χείλη της ήταν ροδαλά.
Ήταν το πρώτο και το τελευταίο φιλί που δώσανε. Το αγόρι έφυγε την επόμενη
μέρα με τους γονείς του για να μείνει σε άλλη πόλη. Δεν τον είδε ποτέ ξανά.
Κοίταξε τα μάτια της. Θυμήθηκε το
γιο της που είχε δει μόλις τον γέννησε. Είχε τα μάτια της, το ίδιο σχήμα, το
ίδιο χρώμα. Τον κοιτούσε ατελείωτα και χαιρόταν τη μητρότητα. Κοιτούσε το παιδί
της και αυτό της ανταπέδιδε το πιο γλυκό βλέμμα. Το βλέμμα του παιδιού που
αδημονεί να τραφεί από το στήθος της μαμάς του. Ο γιος της μεγάλωσε και έτυχε η
ζωή του να είναι μακριά της.
Κοίταξε τη μύτη της. Θυμήθηκε
τότε, που μικρή έτρεχε συνέχεια αίμα όταν κάθονταν με τις ώρες στον ήλιο. Το
αίμα κυλούσε, αυτή το κατάπινε και αισθάνονταν τη γεύση του σιδήρου στο στόμα της. Η
μητέρα της την καθάριζε και της σήκωνε ψηλά το κεφάλι να σταματήσει η
αιμορραγία. Μόνο που όταν μεγάλωσε και σταμάτησε να ματώνει η μύτη, σταμάτησε να
αναπνέει και η μητέρα της.
Κοίταξε τα μάγουλά της. Θυμήθηκε
τα τσιμπήματα του πατέρα της, όταν ήταν μικρή και τα μάγουλα ξεχείλιζαν. Χαίρονταν
με αυτό το παιχνίδι του, μόνο που κάποια στιγμή ο πατέρας της εξαφανίστηκε, χωρίς
ποτέ να καταλάβει το γιατί και έπαψαν πια τα μάγουλα να κοκκινίζουν.
Κοίταξε όλο το πρόσωπό της. Τίποτα
δεν της θύμιζε τον παλιό της εαυτό. Έναν εαυτό που αγάπησε και τον αγάπησαν. Μόνο
που όσους αγάπησε δεν ήταν τώρα κοντά της. Ήταν μόνο ο εαυτός της στο είδωλο του
καθρέφτη. Τον αγαπούσε ακόμη, αλλά υπέφερε και δεν του επέτρεπε άλλο πόνο. Γύρισε
και δεν κοίταξε ποτέ ξανά στον καθρέφτη. Θα περίμενε το τέλος, όποτε και αν
έρχονταν, όπως και αν ήταν. Ούτως ή άλλως δε θα αργούσε και πολύ….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου