Κυριακή 19 Αυγούστου 2012

Το σκιάχτρο

Όλη μέρα έστεκε όρθιο να επιβλέπει τα αμπέλια και αυτό το κούραζε. Ήθελε μια στιγμή να κάτσει, αλλά δεν του το επέτρεπε η σπονδυλική του στήλη, ήταν ξύλινη και άκαμπτη. Οπότε δεν είχε παρά να παραμένει όρθιο, είτε είχε ήλιο, είτε φυσούσε, είτε έβρεχε. Ήταν πάντα εκεί, με τα μάτια του να κοιτάζουν δεξιά, αριστερά και να μη μπορεί να αρθρώσει λέξη σε κανέναν. Έπρεπε να παραμένει σιωπηλό. Έτσι ήταν τα σκιάχτρα. Σιωπηλά, ακίνητα και μοναχικά. Μόνο που αυτό το σκιάχτρο έστεκε ακίνητο, σιωπηλό και μοναχικό σε μία θέση από όπου μπορούσε να θαυμάζει όλο τον ορίζοντα. Λόφους, αμπελώνες σκαρφαλωμένους σε πλαγιές με αναβαθμίδες, κορυφογραμμές χιονισμένες, σπιτάκια με κεραμοσκεπές, με καπνοδόχους που άλλοτε έβγαζαν γκρίζους καπνούς και άλλοτε έστεκαν υπομονετικά περιμένοντας τον χειμώνα. Κάποια στιγμή ένα πουλάκι πήγε και κάθησε στο, σηκωμένο προς τα πλάγια, ξύλινο χέρι του. Το σκιάχτρο το παρατηρούσε και δεν ήξερε πώς να αντιδράσει. Υποτίθεται πως η παρουσία του και μόνο θα έπρεπε να το διώξει από τον αμπελώνα αλλά αυτό παρέμενε εκεί, καθισμένο στο ξύλινο χέρι του. Δεν μπορούσε να κουνηθεί, δεν μπορούσε να του μιλήσει, δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να το διώξει. Ήθελε να είναι συνεπές στο καθήκον του να προστατεύει τον αμπελώνα. Ναι αλλά πώς; αφού το πουλάκι δεν έλεγε να φύγει από το μπράτσο του;
-Είναι όμορφο πουλάκι, έχει ασυνήθιστο κελάηδημα...
-Απορώ αν μπορεί να με ακούσει.....
-Παράξενο πουλί που είναι! Μόνο κελαηδάει, απορώ αν πεινάει...
-Παράξενο σκιάχτρο που είναι! έχει το πιο ζεστό, ξύλινο χέρι!
Το πουλάκι συνέχισε το μελωδικό του κελάηδημα, το σκιάχτρο συνέχισε να απολαμβάνει ήσυχο τη μελωδία και να στέκει όρθιο και ακούραστο στη μέση του αμπελώνα. Ο καιρός περνούσε και οι εποχές άλλαζαν. Οι λόφοι, οι αμπελώνες τριγύρω, τα σύννεφα, τα σπίτια με τις καμινάδες, τα υπόλοιπα σκιάχτρα και τα πουλιά ζούσαν στους δικούς τους ρυθμούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου